Μου σέρβιραν πλαστικό φαγητό μα εγώ πεινάω για τις δικές μας συγκινήσεις, άσπιλες, δυνατές, δίχως παραίτηση. Να σου γράφω τραγούδια όχι μόνο μουσικές, να περπατάμε τις συννεφιασμένες μέρες χέρι με χέρι και να φιλιώμαστε καταμεσής του δρόμου. Να ξυπνάμε το πρωί και να χαζεύουμε από το παράθυρο τη βροχή να γεμίζει τα τενεκεδάκια που ήθελα να χρωματίσουμε στο κήπο.
Ακούω μουσική μα και να μην άκουγα πάλι τα ίδια διαμάντια θα έκρυβα. Κάθομαι στο παράθυρο και κοιτάζω έξω περιμένοντας, ακόμη, το τηλέφωνό μου να χτυπήσει, ένα νούμερο που μόνο εσύ ξέρεις να σχηματίσεις στο καντράν.
Δεν έιμαι σούπερμαν, δεν έχω να σου δώσω τις απαντήσεις που θέλεις κι ούτε ήρωας, ούτε θεός είμαι. Περήφανος μόνο.
Θέλω να μπώ στο αμάξι και να τρέξω με τα παράθυρα ανοιχτά, να μου κόβει την ανάσα ο παγωμένος αέρας και η απουσία σου. Γιατί μέχρι τώρα μου την έκοβε η φιγούρα σου, το άρωμα και η ματιά σου.
Αλλά άλλο είναι το μαζί σου με κομμένη την ανάσα και αλλιώς το μόνος.
Απώλειες.
Ποτέ δεν είμαι έτοιμος. Πές μου εσύ που ξέρεις τα πολλά και ο νούς σου κατεβάζει, πώς να γλύψω την καρδιά μου, όπως τα ζώα τις πληγές;
Ακούω μουσική μα και να μην άκουγα πάλι τα ίδια διαμάντια θα έκρυβα. Κάθομαι στο παράθυρο και κοιτάζω έξω περιμένοντας, ακόμη, το τηλέφωνό μου να χτυπήσει, ένα νούμερο που μόνο εσύ ξέρεις να σχηματίσεις στο καντράν.
Δεν έιμαι σούπερμαν, δεν έχω να σου δώσω τις απαντήσεις που θέλεις κι ούτε ήρωας, ούτε θεός είμαι. Περήφανος μόνο.
Θέλω να μπώ στο αμάξι και να τρέξω με τα παράθυρα ανοιχτά, να μου κόβει την ανάσα ο παγωμένος αέρας και η απουσία σου. Γιατί μέχρι τώρα μου την έκοβε η φιγούρα σου, το άρωμα και η ματιά σου.
Αλλά άλλο είναι το μαζί σου με κομμένη την ανάσα και αλλιώς το μόνος.
Απώλειες.
Ποτέ δεν είμαι έτοιμος. Πές μου εσύ που ξέρεις τα πολλά και ο νούς σου κατεβάζει, πώς να γλύψω την καρδιά μου, όπως τα ζώα τις πληγές;