Σύντομα θα σταματήσω να κυκλοφορώ με πολυπληθή μέσα. Θα μπώ και εγώ στο χρυσό μου (μπλιάχ χρώμα) κλουβάκι. Θα κρατώ το παράθυρο κλειστό, θέλω οι ρόδες μου να έχουν μουσικές που να με ταξιδεύουν, να ξεχνιέμαι μέσα στο γκάζι, συμπλέκτη και στο (ξέ)φρενο της πόλης. Έχω να χάσω πολλά, σαν το άρωμα που κάθησε δίπλα μου...χαίρομαι, συνάμα και λυπάμαι. Σαν τα "αρώματα", τα χρώματα, τους ήχους, το περίμενε, τις αγουροξυπνημένες φάτσες, τα θλιμένα χαμόγελα, το χαμήλωμα των περσίδων στον απογευματινό ήλιο (το πρωί δεν με προλαβαίνει!).
Οι βόλτες στην πόλη μου αρέσουν από παλιά, μόνος ή με παρέα, σιωπηλές πάντα, τροφή για το μυαλό, το μάτι... το αυτί...όλες οι αισθήσεις να γίνονται ένα πλήν μιάς, της αφής, παραπονεμένα, πού και πού, πιάνει μιά κιθάρα για να βγάλει το άχτι της. Όσο παύουν οι υπόλοιπες τόσο δυναμώνει η "πλήν μιάς"...περίεργο.
...μιά μέρα, κάποια γλύκα με θεοποίησε.. με είπε Θανάση του Βορρά... ούτε κάν τσουρτσουλομύτη δε με λέν πιά μάτια μου... μόν' Σταύρο και κυρ Σταύρο...
Οι βόλτες στην πόλη μου αρέσουν από παλιά, μόνος ή με παρέα, σιωπηλές πάντα, τροφή για το μυαλό, το μάτι... το αυτί...όλες οι αισθήσεις να γίνονται ένα πλήν μιάς, της αφής, παραπονεμένα, πού και πού, πιάνει μιά κιθάρα για να βγάλει το άχτι της. Όσο παύουν οι υπόλοιπες τόσο δυναμώνει η "πλήν μιάς"...περίεργο.
...μιά μέρα, κάποια γλύκα με θεοποίησε.. με είπε Θανάση του Βορρά... ούτε κάν τσουρτσουλομύτη δε με λέν πιά μάτια μου... μόν' Σταύρο και κυρ Σταύρο...